Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Κι εγώ στο σταθμό μας το λυπημένο το τρένο που εχάθει να ‘ρθει περιμένω...

Η ατμόσφαιρα της αναμονής, όταν ταξίδεψα την προηγούμενη βδομάδα, δεν ήταν λυπημένη και τόσο..., με πολύ κόσμο να περιμένει στις αποβάθρες, τον ήλιο, και τη σχετική φασαρία που συνοδεύει τους πολυσύχναστους σταθμούς, αλλά έπρεπε να βρεθεί ένας στίχος να πλαισιώσει το άρθρο.
Το IC Θεσσαλονίκη-Αθήνα
Διπλή έλξη από ντιζελάμαξες Adtranz DE2000
Τα βαγόνια του IC και το railbus για Χαλκίδα
Ωραία εμπειρία το ταξίδι με τραίνο (ή τρένο αν προτιμάτε), ιδιαίτερα για τις μεγάλες αποστάσεις. Περιορισμένος στο Βόλος-Λάρισα, το Βόλος-Αθήνα ήταν κάτι το διαφορετικό. Πάντα από κάθε ταξίδι, με οποιοδήποτε μέσο, προσπαθώ να εντυπώνω στη μνήμη μου εικόνες και στοιχεία από τη διαδρομή. Έτσι η πρώτη φορά φαντάζει μεγάλη σε χρόνο, ενώ αν ξανακάνω αυτό το ταξίδι, ανακαλώ τις εικόνες αυτές...
Διπλό railbus από Χαλκίδα προς Πειραιά.
Railbus για Άνω Λιόσια

Συρμός AEG από Λειανοκλάδι
Ο λόγος που επέλεξα το τραγούδι "τα τραίνα σφυρίζουν" για την παρούσα ανάρτηση (οι νέοι μπορούμε να πούμε ότι το ακούσαμε πρώτη φορά στο Παρά Πέντε στην τηλεόραση) είναι ο στίχος "...μαζί απ’ το τρένο τη γη αγναντέψαμε...". Στη διαδρομή Λάρισα-Αθήνα, το πιο ενδιαφέρον τμήμα (και το πιο μεγάλο σε διάρκεια) είναι το ορεινό Δομοκός-Τιθορέα, που η κυκλοφορία διεξάγεται πάνω στο βουνό σε μονή γραμμή. Σε μερικά χρόνια (...!) θα λειτουργήσει μια εναλλακτική χάραξη για τη διαδρομή αυτή, με όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές (υψηλή ταχύτητα, ηλεκτροκίνηση, σηματοδότηση, διπλός διάδρομος), που θα περνά από κοιλαδογέφυρες και τούνελ. Τέλος πάντων (δεν απασχολούν την ανάρτηση οι πολλές τεχνικές λεπτομέρειες), σε ένα σημείο της διαδρομής αυτής, η γραμμή ακολουθεί την πορεία του βουνού, αρκετά ψηλά, και κάτω φαίνεται μια κοιλάδα, χωράφια, σπιτάκια... Έτσι από ψηλά, αγναντεύεις το τοπίο... Δυστυχώς η θέση μου στο βαγόνι ήταν τέτοια που δεν μπόρεσα να το τραβήξω φωτογραφία...

Οι φωτογραφίες είναι από το σταθμό Λαρίσης.

Παραθέτω και τους στίχους του τραγουδιού που ανέφερα πριν. Ερμηνεύει η Κλειώ Δενάρδου (στο stixoi.info, δεν ανέφερε στιχουργό και συνθέτη).

Καλή σας ακρόαση...!

Στις ράγες κυλάνε, ανθρώπινα κύματα
φιλιά και μαντίλια χαμόγελα βήματα 
βαλίτσες μπαγκάζια 
δυο μάτια γαλάζια 
μαζί ανεβήκαμε, μαζί ταξιδέψαμε, 
μαζί απ’ το τρένο τη γη αγναντέψαμε.
Μα τούτο το βράδυ το βουρκωμένο
Θα φύγεις θα φύγω θ’ αλλάξουμε τρένο.

Τα τρένα σφυρίζουν ανθρώπους ενώνουν, ανθρώπους χωρίζουν
σφυρίζουν στην νύχτα και φεύγουν 
τα τρένα, για ‘σένα η ελπίδα, το δάκρυ για ‘μένα

Μια νύχτα στην νύχτα το τρένο το χάσαμε
του πόνου το τούνελ μονάχοι περάσαμε
Στις ράγες κυλάνε καρδιές που πονάνε 
Κυλάνε, κυλάνε τα ανθρώπινα κύματα
φιλιά και μαντίλια χαμόγελα βήματα.
Κι εγώ στο σταθμό μας
το λυπημένο το τρένο που εχάθει
να ‘ρθει περιμένω.

Τα τρένα σφυρίζουν ανθρώπους ενώνουν, ανθρώπους χωρίζουν
σφυρίζουν στην νύχτα και φεύγουν 
τα τρένα, για ‘σένα η ελπίδα, το δάκρυ για ‘μένα, 
για ‘μένα, για ‘μένα, για ‘μένα


Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Μες στο μουσείο

Στη φωτογραφία φαίνεται το Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου, το οποίο επισκέφτηκα την προηγούμενη βδομάδα. Για όσους βρεθείτε Βόλο, αξίζει πραγματικά μια επίσκεψη, λόγω της μεγάλης ποικιλίας των εκθεμάτων, που καλύπτουν μια μεγάλη περίοδο της ιστορίας, από τη νεολιθική εποχή μέχρι και τα ελληνιστικά χρόνια!

Όπως θα έχετε καταλάβει, ασυναίσθητα, συνδέω κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μου με ένα τραγούδι ή ποίημα. Το τραγούδι που ακολουθεί είναι απο τη Λιλιπούπολη. Θυμάμαι (εν έτει 2002-2003...) ότι στο μουσείο της πολιτείας αυτής οι ήρωες μπορούσαν να βρουν σχεδόν τα πάντα, ιδιαιτέρως χρήσιμα αντικείμενα για την πλοκή του σεναρίου...

Καλή σας ακρόαση...!

Μες στο μουσείο - 1980

Στίχοι:   Μαριανίνα Κριεζή
Μουσική:   Νίκος Κυπουργός
1. Σπύρος Σακκάς

Μες στο μουσείο, μες στο μουσείο
μια μέρα μπήκα με φόρα κι εγώ.
Μη με τραβάτε, μη μου κολάτε
απ` το μουσείο δε θέλω να βγω.

Τρέχω τρέχω μες στα δωμάτια
μ` όλου του κόσμου τους θησαυρούς
που δεν τους χωράει ανθρώπου νούς.

Αχ το μουσείο, αχ το μουσείο
φεγγοβολάει σαν άστρο χρυσό.
Δε θέλω μπάλα ούτε τραμπάλα, 
δε θέλω ούτε να παίξω κουτσό.

Θέλω, θέλω, θέλω μουσείο
θέλω να βλέπω τους θησαυρούς 
που δεν τους χωράει ανθρώπου νους.

Μη με τραβάτε, μη μου κολάτε
απ` το μουσείο δε θέλω να βγω, 
μες στο μουσείο, μες στο μουσείο 
θέλω να γίνω πορτραίτο κι εγώ.


Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Καράβια αλήτες

Παλιό και γνώριμο τραγούδι, που το ξανάκουσα πρόσφατα στο ραδιόφωνο.

Για κάποιο λόγο συνέδεσα τους στίχους με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που προσπαθούν την περίοδο αυτή να περάσουν στην Ευρώπη, για να γλυτώσουν από τη φρίκη του πολέμου στις πατρίδες τους. Κάποιοι τους "υποσχέθηκαν" καλύτερο μέλλον μακριά ("άσπρα πανιά") και τους έκλεισαν το μάτι, αλλά ξεγελάστηκαν από τις δυσκολίες να το φτάσουν και την ανάποδη μέρα, εγκλωβισμένοι σε μια ζωή που μοιάζει με ένα λιμάνι που δεν μπορεί κανείς να φύγει...

(ο καθείς μπορεί να ερμηνεύσει κάποιους στίχους όπως τον οδηγεί η σκέψη του και οι συγκυρίες...)

Καράβια αλήτες - 1965

Στίχοι:   Φώντας Λάδης
Μουσική:   Μάνος Λοΐζος

1. Κλειώ Δενάρδου
2. Γιάννης Πουλόπουλος


Καράβια αλήτες μας σφύριξαν κάτι.
Μας είπαν ελάτε, μας κλείσαν το μάτι.
Μπροστά μας περνάνε, μα δε σταματάνε.
Τα άσπρα πανιά τους δεν ήταν για μας.

Καράβια περάσαν, χαθήκαν στα βάθη.
Γιατί μας γελάσαν κανείς δε θα μάθει.
Ανάποδη μέρα, τα τράβηξε πέρα.
Σ’ αυτό το λιμάνι δε φεύγει κανείς.

Στο `να μου χέρι το τσιγάρο
μοιάζει με χαμένο φάρο.
Κι άμα θα σβήσει, θα `ρθει μπόρα.
Σχόλασε το γλέντι τώρα.

Εκτέλεση από την Κλειώ Δενάρδου



Εκτέλεση από τον Γιάννη Πουλόπουλο

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015

Αγριολούλουδο

Στέλιος Καζαντζίδης (29/08/1931 - 14/09/2001)

Αγριολούλουδο - 1968

Στίχοι:   Πυθαγόρας
Μουσική:   Χρήστος Νικολόπουλος


Μη με λυπάσαι διώξε με απόψε
σαν να `μαι αγριολούλουδο
και τη ζωή μου κόψε
Εγώ γυμνός ξεκίνησα
εγώ πηγαίνω μόνος
Σπίτι μου είναι ο δρόμος
και τραγούδι μου ο πόνος
Διώξε με και μη λυπάσαι
τι θα γίνω μη φοβάσαι
κι αν χιονίζει και αν βρέχει
τ’ αγριολούλουδο αντέχει

Μη με κρατήσεις μονάχα από συμπόνια
το κρύο το συνήθισα θ’ αντεξω και τα χιόνια
Εγώ γυμνός ξεκίνησα
εγώ πηγαίνω μόνος
Σπίτι μου είναι ο δρόμος
και τραγούδι μου ο πόνος
Διώξε με και μη λυπάσαι
τι θα γίνω μη φοβάσαι
κι αν χιονίζει και αν βρέχει
τ’ αγριολούλουδο αντέχει


Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Η πρώτη μου απόπειρα για σιδηροδρομικό βίντεο...

Περιμένοντας υπομονετικά...
Η πρώτη μου απόπειρα για ένα σιδηροδρομικό βίντεο, την οποία μοιράζομαι μαζί σας. Σήμερα το πρωί είχα πάει στο σταθμό του ΟΣΕ στο Βόλο, για να βγάλω το εισιτήριό μου για Αθήνα. Λίγο αργότερα έφτασε στο σταθμό η αμαξοστοιχία του βίντεο. Νόμιζα ότι είχα τραβήξει και την αναχώρηση, αλλά κάτι προέκυψε με το κινητό μου.

Περισσότερες λεπτομέρειες και τεχνικές πληροφορίες για την αυτοκινητάμαξα MAN 2000 (που φαίνεται στο βίντεο) μπορείτε να διαβάσετε εδώ: http://mixanikosose.blogspot.gr/2015/04/000.html.

Για τους μη γνωρίζοντες, ο σιδηροδρομικός σταθμός του Βόλου εξυπηρετεί τα τοπικά δρομολόγια από και προς τη Λάρισα.


Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

Σ' ένα συνοριακό σταθμό

Αντώνης Σαμαράκης

Σ' ένα συνοριακό σταθμό

Σ.Σ. Ειδομένης,  ο τελευταίος σταθμός επί ελληνικού εδάφους
της γραμμής Θεσσαλονίκης-Ειδομένης, στα σύνορα
με την ΠΓΔΜ
(Πηγή)
Από παιδί είχε μανία με τα τρένα. Μεγάλη μανία. Το έσκαγε από το σχολείο, με τα βιβλία παραμάσχαλα*, και πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, στο σταθμό. Έμεναν σε μια μικρή επαρχιακή πόλη.
Τρύπωσε σε μια γωνιά κι εκεί καθότανε ώρες ολόκληρες και κοίταζε. Όχι μονάχα τα τρένα που ολοένα ερχόντουσαν και ολοένα φεύγανε, μα όλη η ατμόσφαιρα εκεί τον γοήτευε. Από το πολύ το σκασιαρχείο έμεινε στην ίδια τάξη. Η μάνα του του τις έβρεχε ταχτικά, αυτός το βιολί του.

Το όνειρο του, από τότε, δεν ήτανε να γίνει, όπως θέλανε άλλα παιδιά, αξιωματικός ή μηχανικός, μα σταθμάρχης. Ονειρευότανε τον εαυτό του σταθμάρχη στον κεντρικό σταθμό της πρωτεύουσας, με τη σκούρα μπλε στολή, με τα σιρίτια στα μανίκια, κι ένιωθε μεγάλη συγκίνηση.

Συχνάζοντας στο σταθμό, είχε μάθει από μικρός όλες τις μανούβρες που γίνονται εκεί σαν είναι να 'ρθει ή σαν είναι να φύγει ένα τρένο.

Είχε μάθει ακόμα να παρατηρεί. Να μελετάει τα πρόσωπα των ταξιδιωτών. Άλλοι φτάνανε στο σταθμό με συνοδεία συγγενείς και φίλους κι αρχίζανε οι ατέλειωτοι αποχαιρετισμοί, οι συγκινήσεις και τα ρέστα. Άλλοι πάλι ερχόντουσαν και βρίσκανε ολόκληρη υποδοχή. Και ξανά οι συγκινήσεις και τα ρέστα. Μα κείνοι που ήταν η συμπάθειά του από τότε, ήταν οι μοναχικοί ταξιδιώτες. Αυτοί που φεύγουν ή έρχονται ολομόναχοι. Σαν είναι να φύγουνε, πηδάνε στο βαγόνι τους και χάνονται εκεί μέσα. Δεν κοιτάνε από το παράθυρο, γιατί ξέρουν πως δεν είναι κανένας για να τους αποχαιρετήσει, να τους πει: «Καλό ταξίδι!».

Το ίδιο σαν έρχονται. Κατεβαίνουν από το βαγόνι τους, γρήγορα γρήγορα, και τραβάνε κατευθείαν στην έξοδο. Ξέρουν πως δεν είναι κανένας για να τους πει: «Καλωσόρισες!».

Το είχε λοιπόν μεγάλο μεράκι* να γίνει σταθμάρχης. Και τίποτα, μα τίποτα, δεν μπόρεσε να τον κάνει ν' αλλάξει γνώμη. Ούτε το ξύλο που ταχτικά έτρωγε από τη μάνα του ούτε που έμεινε στην ίδια τάξη δυο φορές ούτε και μια φορά που τον τράβηξε πίσω από κάτι βαγόνια ένας σιδηροδρομικός και του έκανε χειρονομίες.

Και γίνηκε σιδηροδρομικός, μα όχι σταθμάρχης. Δεν είχε τα «τυπικά προσόντα». Δεν τα κατάφερε να τελειώσει το σχολείο. Όμως, μέρα και νύχτα, βρισκότανε στο αγαπημένο του περιβάλλον κι αυτό του έφτανε.

Τώρα που είναι συνταξιούχος, λέει να καθίσει να γράψει ένα βιβλίο με τις αναμνήσεις του. Τριάντα δύο χρόνια έκανε σιδηροδρομικός. Υπηρέτησε σε πολλούς σταθμούς, μικρούς και μεγάλους. Και είδε πολλά πράματα. Έχει ένα σωρό αναμνήσεις.

Το είπε το σχέδιο του για το βιβλίο σ' ένα φίλο του, συνταξιούχο δάσκαλο, που τα κουτσοπίνουν παρέα τα βραδάκια. Το βρήκε σπουδαίο το σχέδιο του ο φίλος του. Μάλιστα του βρήκε και τον τίτλο του βιβλίου: «Απομνημονεύματα μιας μακράς σιδηροδρομικής ζωής». Κι αυτός του είπε: «Δάσκαλε, τι 'ναι τούτο; Μακρύ σα σιδερόδρομος είναι». Γελάσανε κι οι δυο τους. Και τσουγκρίσανε τα ποτήρια τους.

(Από το Ανθολόγιο της Ε' και ΣΤ' Δημοτικού)

Μές στον κάμπο τώρα μόνα...

Χθες είχα τη μοναδική εμπειρία να ταξιδέψω στο θάλαμο μηχανοδήγησης της αυτοκινητάμαξας τύπου MAN 2000 του ΟΣΕ, που εκτελεί το τοπικό δρομολόγιο Βόλος-Λάρισα. Όντας φίλος της ενασχόλησης με τον σιδηρόδρομο, το ταξίδι αυτό ήταν μια ευκαιρία να μάθω αρκετά νέα πράγματα πάνω σε αυτόν τον τομέα. Ελπίζω κάποτε να δουλέψω ως μηχανικός σε αυτό τον χώρο...

Και τώρα ένα ποίημα που μου ήρθε στο μυαλό κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Λίγο ο κάμπος, ο μελαγχολικός καιρός..., πολλές από τις εικόνες του ποιήματος μπορεί κάποιος να τις εντοπίσει στη σιδηροδρομική διαδρομή μεταξύ Βόλου και Λάρισας..., το ποίημα αναφέρει βέβαια Αθήνα, αλλά αυτό δεν έχει και τόση σημασία...

Καλή ανάγνωση...

 ΤΟΠΙΟ

 Στο θλιμμένο κάμπο βρέχει, βρέχει στις ελιές τις γκρίζες το νερό σα ρίγος τρέχει από τα κλαδιά στις ρίζες.
Γκρίζα η ώρα, γκρίζα η χώρα, σκοτεινά κάτω κι απάνω. Ξεχωρίζουν μές στη μπόρα τα τσαντίρια των τσιγγάνων.

Απ' την άσφαλτο τα κάρα κατεβαίνουν, κατεβαίνουν... Λάμπουν μερικά τσιγάρα στα παράθυρα του τραίνου.

Ένα σκιάχτρο απελπισμένο στη νεροποντή, στο κρύο, άδικα γνέφει στο τραίνο κι εμψυχώνει το τοπίο.

Ανυπόφορη είναι η θλίψη των αγρών, αυτόν το μήνα... Η βροχή μας έχει κρύψει απ' το φόντο την Αθήνα.

... Και το βράδυ κατεβαίνει μές στη νέκρα, μές στη γύμνια. Πού 'ναι οι βάτραχοι κρυμμένοι; Γιατί σώπασαν τ' αγρίμια;

Μές στον κάμπο τώρα μόνα τα βαριά περνάνε τραίνα, λές και φέρνουν το χειμώνα και τη νύχτα από τα ξένα.

ΜΗΤΣΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ (1900-1943)